Εκτύπωση
Εμφανίσεις: 918

Πριν από την ανάπτυξη της ραπτικής στο Πραστειό, ως αποτέλεσμα φοίτησης σε σχολή, η ραπτική γινόταν από πρακτικές, παραδοσιακές ράπτριες. Αυτές χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες, τις νοικοκυρές και τις επαγγελματίες.

Η Νοικοκυρά - Ράφταινα

Το πλήθος των δεξιοτήτων που κατείχε η κάθε νοικοκυρά του χωριού, με κάποιες εξαιρέσεις, περιλάμβανε και εκείνες της ραπτικής. Τα ενδύματα των μελών της οικογένειας, για καθημερινή χρήση και για εργασία, ράβονταν συνήθως από την νοικοκυρά. Τέτοια ήταν τα φορέματα, οι βράκες, τα εσώρουχα και οι ποδιές της κουζίνας:

«Γιατί, τζιείν’ τα κεντήματα, τζιείν’ τα ρούχα που χορείς, τα πουκάμισα σου, τα βρατζιά σου, ίνταλως εν να… τα χορήσεις; Τες ποκιές σου!» (Θεοφανώ Σάββα Πετράκη (Πουργουρή, το γένος Χατζηστερκώτη).

Αξίζει, λοιπόν, να σημειωθεί ότι ακόμα και οι καλές βράκες, που φορούσαν οι άντρες σε επίσημες περιπτώσεις, ράβονταν στο σπίτι από τη νοικοκυρά. Η ραπτική, ανάμεσα στο πλήθος των ικανοτήτων της νοικοκυράς, είναι ενδεικτική της αξιοσύνης της. 

Τα μόνα ανδρικά ενδύματα που έδιναν σε ράφτη ήταν το σακάκι και το γιλέκο. Το σακάκι, σε μαύρο πάντοτε χρώμα, αντικατέστησε την παραδοσιακή ζιμπούνα, στη διάρκεια του 20ου αιώνα, εξελισσόμενο σε ευρωπαϊκού τύπου ενδύμα. Το γιλέκο, επίσης μαύρο, σε σχέδιο του γιλέκου του Ευρωπαϊκού κοστουμιού, αντικατέστησε κι αυτό το βελούδινο, κεντητό γιλέκο. Μέχρι την ημέρα που εξαναγκαστήκαμε από τον εισβολέα να εγκαταλείψουμε τις εστίες μας, βρισκόταν στο ένα από τα δύο μεγάλα «δίχωρα» του σπιτιού μας το μικρό σεντούκι, η «κασέττα» όπως την αποκαλούσαν οι γονείς μου, μέσα στην οποία ήταν φυλαγμένα τα βελούδινα γιλέκα του πατέρα μου, κεντημένα από τις αδελφές του.

Η εξέλιξη της ανδρικής παραδοσιακής στολής ήταν αποτέλεσμα των πιέσεων που δεχόταν εξαιτίας της επαφής των Κυπρίων με ξένους, κυρίως Βρετανούς, αλλά και λόγω των γενικότερων αλλαγών σε όλες τις μορφές του πολιτισμού της Κύπρου. Η ζιμπούνα εξακολουθούσε να φοριέται συστηματικά, ως ένδυμα την ώρα της εργασίας, μέχρι και την αποφράδα εκείνη ημέρα της “εξόδου”, στις 14 Αυγούστου 1974. Ο πατέρας μου έφυγε από το χωριό μας φορώντας τη ζιμπούνα του και έχοντας τη «βούρκα» κρεμασμένη στον ώμο του, το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που πήρε μαζί του στην προσφυγιά.

H διάσωση της ανδρικής παραδοσιακής στολής της Κύπρου στις αυθεντικές μορφές της, καθώς και της γυναικείας, ώστε να τις γνωρίσουν οι επόμενες γενεές αλλά και να παραμείνουν ως σημαντικά στοιχεία της ταυτότητας των Κυπρίων και του λαϊκού πολιτισμού μας, επιβάλλεται να αποτελέσει στόχο της κάθε οικογένειας αλλά και της ίδιας της πολιτείας.

Ένα μέτρο που μπορεί να συμβάλει θετικά προς την κατεύθυνση αυτή είναι η χρήση της κυπριακής στολής στις εθνικές επετείους και στις παρελάσεις. Στο Μοντρεάλ του Καναδά, στη μεγάλη παρέλαση που γίνεται κάθε χρόνο από τους ομογενείς, για να τιμηθεί η Εθνεγερσία του 1821, ενίοτε σε θερμοκρασία δεκάδων βαθμών κάτω από το μηδέν, είδα ένα πανόραμα αυθεντικών στολών από όλα τα μέρη του Ελληνισμού, από τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα, την Μακεδονία, τα Εφτάνησα, ακόμα και από την Μικρά Ασία. Παρελαύνουν, φορώντας εθνικές στολές, οι σύλλογοι που εκπροσωπούν τα διάφορα μέρη του μητροπολιτικού Ελληνισμού και την Κύπρο και τα Ελληνικά Σχολεία. Οι μαθητές φορούν την εθνική στολή του τόπου προέλευσης των γονιών τους ή, αν δεν την διαθέτουν, παρελαύνουν με την σχολική τους ενδυμασία.

Ένιωσα μεγάλη περηφάνια και τιμή, όταν είδα τον πρωτότοκο γιο μου Λουκά να παρελαύνει με την σημαία της Κύπρου στα χέρια του, φορώντας την μακριά πραστίτικη βράκα που «εσάριζεν την στράταν» σχεδόν άγγιζε την γη. Λυπούμαι που εκείνη την ώρα, όπως έπεφτε το χιόνι, που δεν ξέρει από παρελάσεις, δεν μας επέτρεψε στον μακαρίτη τον σύζυγο μου να προλάβει να τον φωτογραφίσει! Η βαθιά εκείνη συγκίνηση που ένιωσα θα παραμείνει για πάντα ριζωμένη στην ψυχή μου. Συνιστούν, λοιπόν, οι παρελάσεις αυτές σημαντική διάσταση του αγώνα των ομογενών για να κρατήσουν οι απόγονοί τους και οι επόμενες γενεές την εθνική τους, ελληνική ταυτότητα.

Θα μπορεί, λοιπόν, και το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου να υιοθετήσει μια πολιτική παρόμοια με εκείνη των σχολείων στο Μοντρεάλ, και πιθανόν και στην υπόλοιπη Ομογένεια, να ενθαρρύνει και να προάγει την χρήση της κυπριακής στολής από τους μαθητές στις εθνικές παρελάσεις. Όσοι μαθητές δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο δεν μπορούν να αποκτήσουν μια αυθεντική στολή να παρελαύνουν όπως γίνεται μέχρι τώρα, με την σχολική τους ενδυμασία. Κάποιο απόσπασμα της Εθνικής Φρουράς θα μπορεί επίσης να παρελαύνει με την κυπριακή παραδοσιακή στολή.

Η χρήση της κυπριακής στολής από την Προεδρική Φρουρά και από τα τιμητικά στρατιωτικά αποσπάσματα που υποδέχονται στα αεροδρόμια και στα λιμάνια μας ξένους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων θα μπορούσε να αποτελέσει άλλο ένα μέτρο διάσωσής της. Τα πανεπιστήμια στην Κύπρο θα μπορούν επίσης να προβλέπουν ως επίσημο ένδυμα, κατά την τελετή αποφοίτησης και την παραλαβή των πτυχίων οι φοιτητές να φορούν, είτε την τήβεννο είτε την κυπριακή παραδοσιακή στολή. Παρουσιάστηκε πρόσφατα στο διαδίκτυο η φωτογραφία Κύπριου που κρατά το πτυχίο του το οποίο πήρε από Πανεπιστήμιο του Ηνωμένου Βασιλείου, φορώντας την ωραία, παραδοσιακή κυπριακή στολή, ενώ γύρω του βρίσκονται άλλοι με το σκωτζέζικο κιλτ.