Αγαπημένε μας Δημήτρη,

Στέκομαι, με σεβασμό και μεγάλη συγκίνηση, μπροστά στο λεβέντικο κορμί σου, άψυχο τώρα μέσα στο νεκροκρέβατο και υποκλίνομαι ταπεινά στα πάθη σου, στο εξαίρετο ήθος σου και στον ηρωισμό σου. Υποκλίνομαι στον ήρωα του Πενταδακτύλου.

Oct 11, 2009

OLD NICOSIA General Hospital should not be demolished, it should be preserved as a monument honouring the thousands of nurses, doctors and other health professionals who offered their services to the sick with devotion, kindness and diligence, within this building, as well as all those who received such services.

Στο χειμερινό ανάκτορο των τσάρων στην Αγία Πετρούπολη

Ο τάφος του Αλέξανδρου Νιέφσκι φιλοξενείται στην Αίθουσα Συναυλιών του Χειμερινού Ανακτόρου των τσάρων στην Αγία Πετρούπολη (Doprovolsky, 2007,  σελ. 42- 43). Η αίθουσα αυτή είναι εξ ολοκλήρου σε λευκό χρώμα. Οι κίονες, τα κορινθιακά κιονόκρανα, τα γλυπτά, είναι όλα από κατάλευκο μάρμαρο που δημιουργεί την αίσθηση ενός αγνού μεγαλείου! Παραπέμπει προφανώς στην προσωπικότητα του Αλέξανδρου Νιέφσκι, ο τάφος του οποίου φιλοξενείται σε αυτή την μεγαλόπρεπη και όμορφη αίθουσα.

Η 26η Οκτωβρίου, ημέρα γιορτής του πολιούχου αγίου της Θεσσαλονίκης, υπήρξε και ημέρα απελευθέρωσης της!

Το ποίημα μου «Άφησες το Υνί» συνιστά το δικό μου ταπεινό κλωνάρι τιμής, στην μνήμη των Κυπρίων εθελοντών που συνέδραμαν το έθνος, με την συμμετοχή τους στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μεταξύ των εθελοντών συγκαταλεγόταν και ο Χρήστος Χατζηγεωργίου, ελεύθερο παλικάρι τότε, αδελφός του παππού μου Χατζηστερκώτη. Είναι η δική του συμμετοχή που μου ενέπνευσε το ποίημα μου αυτό, συγκινημένη από το γεγονός ότι ένας αγρότης από την Κύπρο, την εδαφική εσχατιά του Ελληνισμού, θέλησε να πολεμήσει, μαζί με τους Ελλαδίτες αδελφούς, για την Ελευθερία της Μακεδονίας. Μιλώντας κάποτε με ένα από τα παιδιά του αείμνηστου αυτού Μακεδονομάχου, μου είπε ότι ο αγωνιστής αυτός είχε στο ράφι του δωματίου του έργα της κλασσικής λογοτεχνίας και τα μελετούσε. Η πληροφορία αυτή δεν με εξέπληξε, αφού και η δική μου μητέρα, στον ανύπαρκτο χρόνο της «δημιουργούσε «χρόνο» και μελετούσε συγγράμματα της Βυζαντινής αλλά και αρχαιότερης περιόδου. Δεν είχαμε εμείς βιβλιοθήκη δική μας, γι’ αυτό και η μητέρα μου δανειζόταν τα βιβλία που διάβαζε από τον γείτονα μας Παντελή Μελά. Την εκτενή ελληνομάθεια της μητέρας μου την μαρτυρούσε και η γλώσσα της. Ήταν μια κυπριακή εκδοχή της γλώσσας του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που συνίστατο από αρχαίες λέξεις και φράσεις, βυζαντινές, εκκλησιαστικές, λόγιες καθώς και ένα πλούτο κυπριακών λέξεων στην αυθεντικότερη τους μορφή.

Μετά από αρκετό δισταγμό πείσθηκε τελικά η Ειρήνη και έμεινε να πάρουμε μαζί το αναστάσιμο γεύμα μας. Είχε φέρει άφθονα, καλομαγειρεμένα φαγητά, αποδεικνύοντας και το χάρισμα της στην μαγειρική. Έφερε λοιπόν αρνί κλέφτικο, με πατάτες και ολόσωστα κρεμμύδια τυλιγμένα μαζί με το αρνί. Ως συνοδευτικά έφερε επίσης λαχανικά που ήταν κολοκύθα λαχανικό ήταν το σπανάκι με το αυγά. Το μόνο που έβαλα εγώ ήταν το γιαούρτι που μου το είχε φέρει κι αυτό η Ειρήνη την προηγούμενη μέρα, μαζί με τα υπόλοιπα ψώνια.

Ενώ τρώγαμε μιλούσαμε για διάφορα θέματα. Είπα στην Ειρήνη για το πόσο πολύ απόλαυσα όλες τις λειτουργίες της Αγίας Εβδομάδας, με αποκορύφωμα την θεία λειτουργία του Όρθρου της Αναστάσεως και τον Εσπερινό της Αγάπης, από το ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ντυμένος την λαμπρή του στολή, όρθιος στον θρόνο του να ψάλλει και να του απαντά από απέναντι ο αριστερός ψάλτης με μια βαριά, βαρύτονη φωνή γεμάτη μελωδικότητα και κάλλος. Τον συνόδευαν δύο ισοκράτες που αναδείκνυαν ακόμα περισσότερο την δική του μοναδική φωνή. Μου θύμισε τον μακαριστό Ανδρέα Πακούλα, τον δεξιό ψάλτη του Πραστειού με την αξεπέραστη βαρύτονη φωνή του. Χωρίς μικρόφωνο πλημμύριζε τον περικαλλή ναό του Αγίου Γεωργίου μας, με την μελωδικότητα και τον ενθουσιασμό με τον οποίο έψαλλε τους αναστάσιμους ύμνους. Η απόδοση των ύμνων αυτών από τον μακαριστό Πακούλα ήταν μεγαλειώδης.

Σε παλιές εποχές όταν δεν υπήρχαν συντάξεις και βοηθήματα για τους ηλικιωμένους, βασίζονταν τα άτομα αυτά εξ ολοκλήρου στα παιδιά τους για την επιβίωση και την όποια ποιότητα στην ζωή τους. Κάποιος λοιπόν γέροντας που ζούσε με την οικογένεια του γιου του παραπονέθηκε ότι κρύωνε, χωρίς επαρκή κλινοσκεπάσματα, μέσα στο καταχείμωνο. Ο γιος έδωσε τότε εντολή στο δικό του παιδί, να πάρει το παλιό «στρατούριν» του γαϊδάρου (το σαμάρι) από τον αχυρώνα του σπιτιού που λειτουργεί και ως αποθήκη άχρηστων αντικειμένων και να το δώσει στον παππού για να σκεπαστεί. Υπακούοντας το παιδί στην εντολή του πατέρα του παίρνει πράγματι το «στρατούριν» από τον αχυρώνα, αντί όμως να το μεταφέρει αμέσως στον παππού του το βάζει κάτω στο πάτωμα, κοντά στον πατέρα του και τρέχει να φέρει μαχαίρι. Ο πατέρας βλέπει κατάπληκτος τον γιο του να αρχίζει να κόβει το παλιό «στρατούρι», το σταματά και το ρωτά:

-Γιατί παιδί μου κόβεις το παλιό στρατούριν; Γιατί δεν το δίνεις ολόκληρο στον παππού σου που κρυώνει, για να ζεσταθεί ; Τι θα κάνεις το άλλο μισό;