Σε παλιές εποχές όταν δεν υπήρχαν συντάξεις και βοηθήματα για τους ηλικιωμένους, βασίζονταν τα άτομα αυτά εξ ολοκλήρου στα παιδιά τους για την επιβίωση και την όποια ποιότητα στην ζωή τους. Κάποιος λοιπόν γέροντας που ζούσε με την οικογένεια του γιου του παραπονέθηκε ότι κρύωνε, χωρίς επαρκή κλινοσκεπάσματα, μέσα στο καταχείμωνο. Ο γιος έδωσε τότε εντολή στο δικό του παιδί, να πάρει το παλιό «στρατούριν» του γαϊδάρου (το σαμάρι) από τον αχυρώνα του σπιτιού που λειτουργεί και ως αποθήκη άχρηστων αντικειμένων και να το δώσει στον παππού για να σκεπαστεί. Υπακούοντας το παιδί στην εντολή του πατέρα του παίρνει πράγματι το «στρατούριν» από τον αχυρώνα, αντί όμως να το μεταφέρει αμέσως στον παππού του το βάζει κάτω στο πάτωμα, κοντά στον πατέρα του και τρέχει να φέρει μαχαίρι. Ο πατέρας βλέπει κατάπληκτος τον γιο του να αρχίζει να κόβει το παλιό «στρατούρι», το σταματά και το ρωτά:
-Γιατί παιδί μου κόβεις το παλιό στρατούριν; Γιατί δεν το δίνεις ολόκληρο στον παππού σου που κρυώνει, για να ζεσταθεί ; Τι θα κάνεις το άλλο μισό;
Με όλη του την αθωότητα και έχοντας ως πρότυπο την συμπεριφορά του πατέρα του, το παιδί απαντά:
-Πατέρα, θα φυλάξω το άλλο μισό για να σου το δώσω όταν κι εσύ θα γεράσεις και θα ζητάς να σου δώσω κάτι να ζεσταίνεσαι στην παγωνιά του Χειμώνα.
Ο πατέρας εκείνος, «ελθών εις εαυτόν», όπως λέει και η παραβολή του Ασώτου Υιού, συνειδητοποίησε με αυτογνωσία πλέον πόση αχαριστία έδειχνε στην πατέρα του, δίνοντας του το παλιό «στρατούριν», το πεταμένο στον αχυρώνα με άλλα άχρηστα αντικείμενα. Έβαλε αμέσως ο ίδιος το παλιό «στρατούριν πίσω στον αχυρώνα. Πήγε στο σαλόνι του σπιτιού και σήκωσε το θαυμάσιο υφαντό με την φαρδιά δαντέλα στον περίγυρο του, με το οποίο ήταν σκεπασμένα τα παπλώματα, τοποθετημένα με τάξη από την κυρά του, επάνω σε τραπέζι με τορνευτά πόδια. Διάλεξε για τον πατέρα του το καλύτερο πάπλωμα, επενδυμένο με υφαντά, μάλλινα σεντόνια και σκέπασε μ’ αυτό τον γέροντα που τουρτούριζε από το κρύο. Εισέπραξε την ευχή του πατέρα του, ενώ ο γιος του παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον τα όσα συνέβαιναν.
Με την πράξη του αυτή ο άνδρας εκείνος έδειξε στον πατέρα του τον σεβασμό που του όφειλε, ταυτόχρονα όμως επένδυσε και στο δικό του μέλλον. Το παράδειγμα που έδωσε τώρα στον γιο του ήταν μια εγγύηση ότι θα είχε και ο ίδιος μια ανθρώπινη και αξιοπρεπή μεταχείριση στα γεράματα του.
Σχόλιο
Τον μύθο αυτό μου τον αφηγήθηκε η μητέρα μου Θεοφανώ Χατζηστερκώτη, όπως τον άκουσε από τον παππού της Χατζηγιώργη Χατζηστερκώτη
Λέξεις Κλειδιά: Μύθοι για την Οικογένεια, Μύθοι του Πραστειού Μεσαορίας, ο Οφειλόμενος
Σεβασμός στους Γονείς